.

.

Πέμπτη 3 Φεβρουαρίου 2011

Σειρά ιστορικών κειμένων που αποδείχνουν τη διατεταγμένη δολιότητα των νέων δωσίλογων.

Τα τηλεοπτικά «ιστορικά» εγχειρίδια τώρα συκοφαντούν και την Ορθόδοξη Εκκλησία



Η νεοταξική αναδιατύπωση της ιστορίας, δηλαδή η παραχάραξή της, δεν μπορούσε μην στρέψει τα δόλια πυρά της και εναντίον της Ορθόδοξης Εκκλησίας, η οποία αποτελεί τον «εθνικό ιστό» της Επανάστασης του 1821.

Έτσι το έκτρωμα της Αλαφούζιας τηλεοπτικής «ιστορίας» δεν ξεχνά το ΓΕΝΙΚΟ στόχο: Την υπονόμευση και συκοφάντηση του Ορθόδοξου κλήρου.


Διαβάστε στο Σαντορινιό:
«ΤΟΝΟΙ ΛΑΣΠΗΣ ΕΝΑΝΤΙΟΝ ΤΗΣ ΟΡΘΟΔΟΞΗΣ ΕΚΚΛΗΣΙΑΣ ΑΠΟ ΤΟΥΣ ΓΡΑΙΚΥΛΟΥΣ ΤΟΥ ΣΚΑΙ».
Ανοίξτε εδώ:
http://santo-rinios.blogspot.com/2011/02/blog-post_434.html

Εμείς θα παραθέσουμε μια σειρά ιστορικών κειμένων που αποδείχνουν τη διατεταγμένη δολιότητα των νέων δωσίλογων.
Αρχίζουμε με ένα κείμενο του π. Μεταλληνού, από το ΡΕΣΑΛΤΟ, τεύχος- 6, Μάιος 2006

Το Ράσο στην Επανάσταση του ΄21
πρ. Γεωργίου Δ. Μεταλληνού
Κοσμήτορος Θεολ. Σχολής Παν. Αθηνών.




Η συμμετοχή του Οικουμενικού Πατριαρχείου και γενικά όλου του Ράσου στον πανεθνικό Αγώνα του ΄21 ήταν αδύνατη χωρίς μία πολύ δύσκολη αυθυπέρβαση. Και η αυθυπέρβαση αυτή δεν έχει σχέση, όπως θα δεχόταν η αντικληρική προπαγάνδα, με κάποια εθελοδουλία ή αδιαφορία για το Γένος. Αντίθετα, σχετιζόταν, άμεσα με την γνήσια και αυθεντική αποκατάστασή του. Ας θυμηθούμε εδώ το βαθύτερο στόχο της Εθναρχίας και του Κλήρου μέσω της «περιορισμένης συνεργασίας» με τον κατακτητή. Ήταν η ανάσταση όλου του Ρωμαίικου, δηλαδή της αυτοκρατορίας της Ρωμανίας, με την παλαιά έκταση και εύκλειά της. Αυτό εννοούσε ο Πατροκοσμάς λέγοντας συχνά: «αυτό μια μέρα θα γίνει ρωμαίίκο». Αυτό εννοούσε και ο Ρήγας Βελεστινλής, έστω και σε ένα άλλο ιδεολογικό πλαίσιο, όταν έλεγε στο «Θούριό» του: «Βούλγαροι κι Αρβανίτες και Σέρβοι και Ρωμηοί, αράπηδες και άσπροι, με μια κοινή ορμή, για την ελευθερίαν να ζώσωμεν σπαθί».

Μετά το κίνημα του Αλ. Υψηλάντη
θα αλλάξει αυτός ο ρωμαίικος –οικουμενικός στόχος του Ρήγα και των Κολλυβάδων, που ήταν ο στόχος της Εθναρχίας1. Από τη μεγαλοϊδεατική ιδεολογία του Γένους θα ενταχθεί ο Αγώνας στο πλαίσιο της αρχής των εθνικοτήτων-καρπού της Γαλλικής Επαναστάσεως, στοχεύοντας όχι πια στην ανασύσταση της αυτοκρατορίας, αλλά στη δημιουργία ενός μικρού ανεξάρτητου κράτους, στο οποίο θα «στριμωχνόταν» κυριολεκτικά (πρβλ. το 1922) το Ελληνικό Έθνος. Αυτό το πέρασμα από τη Ρωμαίικη Οικουμένη στο Ελληνικό κράτος ισοδυναμούσε με θάψιμο της Ρωμηοσύνης. Έτσι ο αγώνας του ΄21 εντάχθηκε στα σχέδια των Μεγάλων Δυνάμεων της Ευρώπης για την αυτοκρατορία της Ρωμανίας.

Στις ευρωπαϊκές αυλές, όπως λ.χ. του Ναπολέοντος, καθορίσθηκε ο χαρακτήρας της Ελληνικής Επαναστάσεως, που δεν θα έχει πια ρωμαίικο-οικουμενικό χαρακτήρα, αλλά στενά εθνικό και κατ΄ουσίαν «αρχαιοελληνικό». Θα είναι επανάσταση των Ελλήνων του Ελλαδικού Θέματος όχι μόνο εναντίον των Τούρκων, αλλά και εναντίον της Ρωμαίικης Εθναρχίας, ως συνέχειας της «Ρωμαϊκής Βασιλείας» των «Βυζαντινών»2. Το πραξικοπηματικό Αυτοκέφαλο της Ελλαδικής Εκκλησίας (1833) είναι η απτή επιβεβαίωση αυτών των ξενόφερτων προσανατολισμών.

Η συμμετοχή, συνεπώς, του Ράσου-και μάλιστα του Οικουμενικού Πατριαρχείου-στον Αγώνα υπήρξε δείγμα υψηλής αυθυπερβάσεως και αυτοθυσίας, αφού ήταν πια φανερό ότι ο Αγώνας είχε σαφώς αντιρωμαίικο και αντιεθναρχικό χαρακτήρα, στρεφόμενο και κατά του Πατριάρχου, ως Εθνάρχου των Ρωμηών3. Η συμμετοχή δε αυτή ομολογείται από εκείνους, που την έζησαν σ΄όλη τη διάρκεια του Αγώνα και ήταν σε θέση να την επιβεβαιώσουν.

«Πλησίον εις τον Ιερέα- έλεγε ο Θ. Κολοκοτρώνης-ήτον ο λαϊκός, καθήμενοι εις ένα σκαμνί, Πατριάρχης και τζομπάνης, ναύτης και γραμματισμένος, ιατροί, κλεφτοκαπεταναίοι, προεστοί και έμποροι».4

Ο ιστορικός του 19ου αιώνα Χρ. Βυζάντιος σημειώνει: «Προύχοντες, κληρικοί, αρματολοί και κλέφται, λόγιοι και πλούσιοι, συνεφώνησαν ή μάλλον συνώμοσαν και παραχρήμα επαναστάτησαν κατά της τουρκικής δυναστείας5.

Ο εθνικός ιστορικός μας Κ. Παπαρρηγόπουλος ομολογεί: «…Οσαδήποτε και αν υπήρξαν τα αμαρτήματα πολλών εκ των Πατριαρχών, ουδείς όμως εξ αυτών, ουδείς ωλίσθησεν περί την ακριβή του πατρίου δόγματος και των υπάτων εθνικών συμφερόντων τήρησιν»6 .

Ανάλογα αποτιμούν τη στάση του Ράσου στην Επανάσταση ο Δ. Κόκκινος, ο Δ. Φωτιάδης, ο Σπ. Μαρινάτος, ο Ι. Συκουτρής, ο Κ. Βοβολίνης, ο Ν. Τωμαδάκης, ο Απ. Βακαλόπουλος κ.ά.7

Υπάρχουν βέβαια, και επικριτές του Κλήρου, και των Αρχιερέων, που αμφισβητούν ή και αρνούνται την ειλικρινή και άδολη συμμετοχή τους στον Αγώνα. Τέτοιες θέσεις έχουν κατά καιρούς υποστηρίξει ο Γ. Κορδάτος (ιστορικός μαρξιστής), ο Γ. Σκαρίμπας (λογοτέχνης μαρξιστής, αλλ΄όχι ιστορικός) ο Γ. Καρανικόλας ( δημοσιογράφος, όχι ιστορικός)8 κ.ά. Οι θέσεις αυτές επαναλαμβάνονται στερεότυπα από άλλους λιγότερο σημαντικούς και άσχετους με την ιστορική έρευνα. Αρκεί να μελετήσει κανείς το «ΔΕΛΤΙΟΝ» της Ο.Λ.Μ.Ε. 9, για να διαπιστώσει πως αυτούσιες οι ιδεολογικές αυτές ερμηνείες για το ΄21 περνούν στο χώρο της παιδείας. Το πραγματικά όμως ανέντιμο είναι, ότι στη μάχη της Αλαμάνας επαινείται μεν ο Αθανάσιος Διάκος, ως «κατώτερος» κληρικός, όχι όμως και ο οργανωτής και αρχηγός του ελληνικού σώματος Μητροπολίτης Σαλώνων Ησαΐας πού έπεσε ηρωικά στη μάχη μαζί με τον αδελφό του παπα-Γιάννη, έγγαμο και πατέρα πολλών τέκνων.

Αλλά πρέπει να πολεμούνται οι «δεσποτάδες»! Το τραγικά απελπιστικό δε είναι, ότι πολλές από τις παλαιότερες τοποθετήσεις έχουν πια ξεπερασθεί και στο χώρο της μαρξιστικής ιστορικής Σχολής, οπότε οι υποστηρικτές τους αποδεικνύονται «παλαιομοδίτες» στο χώρο του ιστορικού ερασιτεχνισμού. Νεώτεροι μαρξιστές ιστορικοί, έχουν αποκηρύξει την ερμηνευτική μέθοδο του Γ. Κορδάτου και απομακρυνθεί από την ιδεολογική προοπτική του. Επίσης έχουν απορρίψει την προπολεμική θεωρία του «λαϊκισμού» (π.χ. Λέων. Στρίγκας). Έτσι, ο Π. Ρούσος δέχεται την επανάσταση του ΄21 ως εθνικοαπελευθερωτική και ομολογεί: «Σε σύγκριση με το εθνικό το κοινωνικό έρχεται στο υπόστρωμα». Ανάλογα δέχονται ο καθηγ. Βασ. Φίλιας, ο Λεων. Στρίγκας, η Ελ. Αντωνιάδου-Μπιμπίκου κ.ά.10

Η επικρατούσα στο χώρο της μαρξιστικής σκέψης σήμερα θέση είναι,
ότι η Επανάσταση του ΄21 είναι εθνικοαπελευθερωτική, με κοινωνικό περιεχόμενο, αλλά μία, στην οποία έλαβαν μέρος οι πιο ετερόκλητες δυνάμεις, κάθε μία με τις δικές της προϋποθέσεις και στοχοθεσία. Δεν έχει εκλείψει όμως τελείως η ιδεολογική προσέγγιση, που αναιρεί κάθε δυνατότητα ιστορικής-επιστημονικής κατανοήσεως και ερμηνείας.

Ένα από τα επισημότερα θύματα της παρατεινόμενης αυτής ιδεολογικής αδιαλλαξίας είναι ο Μέγας Οικουμενικός Πατριάρχης του Αγώνα, Άγιος Γρηγόριος Ε΄11. Η ερμηνεία της στάσης του στον Αγώνα απαιτεί επαρκή γνώση της εποχής (ιστορικά, κοινωνιολογικά, πολιτικά, διπλωματικά) και τη χρήση ορθών κριτηρίων, συγχρόνων δηλαδή και όχι σημερινών (ιστορικός αναχρονισμός). Ο σοφός εκείνος Γενάρχης, πώς ήταν δυνατόν να παραβλέψει τους αρνητικούς παράγοντες, που απειλούσαν κάθε επαναστατική σκέψη (Ιερά Συμμαχία, Τσάρος, προηγούμενες οικτρές αποτυχίες, π.χ. 1790); Γιατί να απαιτεί κανείς λιγότερη σύνεση από εκείνη του Κοραή και του Καποδίστρια, πού ήσαν τελείως αρνητικοί στα σχέδια εξεγέρσεως; Και όμως, σε καμία παρακωλυτική ή αποτρεπτική ενέργεια δεν προέβη, η δε αλληλογραφία του είναι σαφώς θετική και φανερώνει την εσωτερική συμμετοχή του στα σχέδια της Φιλικής12. Θα ερωτήσει, βέβαια, κανείς: και ο περιβόητος αφορισμός του κινήματος Υψηλάντου-Σούτσου; Δεν εν είναι σαφής αντίδραση του Γρηγορίου; Έτσι άλλωστε ερμηνεύεται ως σήμερα από την αρνητική κριτική. Μπορεί όμως να «ερμηνευθεί» ο αφορισμός χωρίς να ληφθεί υπόψη το κλίμα, μέσα στο οποίο έγινε; Και ποιο ήταν το κλίμα αυτό; - Έκρηξη της οργής του Σουλτάνου (απόλυτου κυρίου πάνω σε κάθε υπήκοο)-Άμεσος κίνδυνος γενικής σφαγής των Ρωμηών (ομολογία εκθέσεων των Ξένων της Κων/πόλεως)13. Απερίγραπτες θηριωδίες, που προοιώνιζαν τη συνέχεια-Παύση από τον Σουλτάνο δύο Μ. Βεζίρηδων, με την κατηγορία της επιεικούς στάσεως έναντι των Ρωμηών-Απαγχονισμός του Σειχουλισλάμη (Θρησκευτικού αρχηγού), κατηγορουμένου για απείθεια (δεν εξέδωσε φετφά για την σφαγή και εξόντωση των Ρωμηών)14-Εκτελέσεις Φαναριωτών ( Μουζούρηδων και Μητροπολιτών) κλ.π.

Ποιος μπορεί μετά από όλα αυτά να αρνηθεί, ότι ο αφορισμός ήταν πράξη ανάγκης και «στάχτη στα μάτια του Σουλτάνου»; (Νικοπόλεως Μελέτιος).
Αυτή ακριβώς ήταν και η ερμηνεία του άμεσα θιγομένου από τον αφορισμό, Αλ. Υψηλάντη: «Ο Πατριάρχης, βιαζόμενος υπό της Πόρτας, σας στέλλει αφοριστικά και Εξάρχους, παρακινώντας σας να ενωθήτε με την Πόρταν. Εσείς όμως να τα θεωρήτε αυτά ως άκυρα, καθότι γίνονται με βίαν και δυναστείαν και άνευ της θελήσεως του Πατριάρχου»15. Μόνο, λοιπόν, μετά από την γνώση όλων αυτών μπορεί να εκτιμηθεί σωστά και ο απαγχονισμός του Γρηγορίου. Ο πρώτος Πατριάρχης της Ρωμηοσύνης εκτελέσθηκε ως «προδότης» του Σουλτάνου και όχι των Ρωμηών16 . Και εύλογα, αφού τυπικά ήταν ο δεύτερος μετά τον Σουλτάνο αξιωματούχος της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας. Ενώ δε ο αφορισμός δεν είχε καμιά αρνητικά απήχηση στον Εθνικό Αγώνα, αφού ήταν γνωστή η προέλευσή του, το «σχοινί του Πατριάρχη» ανέπτυξε μίαν ευεργετική δυναμική, διότι έγινε κινητήρια δύναμη στο αγωνιζόμενο ΄Εθνος.

Η ιδεολογικοποιημένη ερμηνεία δεν αφήνει όμως άθικτους και τους άλλους Αρχιερείς. Θέλοντας να μειώσουν τη διακεκριμένη συμμετοχή αρχιερέων, όπως λ.χ. ο Παλαιών Πατρών Γερμανός ή ο Σαλώνων Ησαΐας μιλούν για «εκατοντάδες αρχιερέων» (Σκαρίμπας), η συντριπτική πλειοψηφία των οποίων (δήθεν) απέσχε και υπονόμευσε τον Αγώνα17. Έχουν όμως έτσι τα πράγματα;

Οι Αρχιερείς του Οικουμενικού Θρόνου δεν ξεπερνούσαν τους 200, στις 171 συνολικά επαρχίες του. Ο αριθμός δε αυτός περιλαμβάνει και τους Αρχιερείς των άλλων ρωμαίικων Πατριαρχείων, που ήταν στα όρια της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας18 . Ο Σπ. Τρικούπης, Θ. Φαρμακίδης κ.ά. δέχονται τον αριθμό 180, οι δε τιτουλάριοι Αρχιερείς δεν υπερέβαιναν τους 2019 . Ποια ήταν, λοιπόν η συμμετοχή αυτών των Αρχιερέων στη Φιλική Εταιρεία; 20

Παρά τον αστικό χαρακτήρα της Φιλικής, οι πρωτεργάτες της δεν είχαν δυτική αντιφεουδαρχική συνείδηση, διότι στην «καθ’ημάς Ανατολήν» δεν υπήρχε φεουδαρχία φραγκικού τύπου (φυσική αριστοκρατία).

Γι’αυτό ενώ στη Δύση ο Κλήρος, και μάλιστα οι Επίσκοποι, εθεωρούντο προέκταση της τάξεως των Ευγενών, η Φιλική στράφηκε εδώ στον Κλήρο και μάλιστα στις κεφαλές του. Αυτό επιβεβαιώνει και ο Κορδάτος: «Οι Φιλικοί (…) επεδίωξαν να δώσουν χαρακτήρα πανεθνικόν εις την ωργανωμένην επανάστασιν και δι΄αυτό προσηλύτισαν και μερικούς Φαναριώτας και ανωτέρους Κληρικούς»21. Το επίθετο («μερικούς») απορρέει από το ιδεολογικό πρίσμα του Κορδάτου και δεν ανταποκρίνεται στο ελάχιστο στα πράγματα.

Από το 1818 μυήθηκαν στην Φιλική Εταιρεία όλοι σχεδόν οι αρχιερείς της Πελοποννήσου22, κάτι που αναγκάζεται να το παραδεχθεί ο αγαθότερος Σκαρίμπας: «Η Φιλική Εταιρεία (…) στο κόλπο είχε μυήσει όλους σχεδόν τους Παλαιοελλαδίτες κοτσαμπάσηδες και προπαντός τους δεσποτάδες»23. Η αλήθεια είναι, ότι ως Ρωμηοί οι ηγέτες της Φιλικής γνώριζαν την επιρροή των Αρχιερέων στο λαό. Μέσα στα έτη 1818-21 όλοι σχεδόν οι Αρχιερείς έγιναν μέλη της Φιλικής. Μαρτυρίες αδιαμφισβήτητες καλύπτουν 81 περιπτώσεις. Για έναν αριθμό απουσιάζουν μαρτυρίες, χωρίς όμως να μπορεί να υποστηριχθεί, ότι δεν είχαν μυηθεί και εκείνοι. Απουσιάζει όμως και κάθε μαρτυρία για προβολή αρνήσεως ή για υπονόμευση του έργου της Εταιρείας. Οι περισσότεροι ιστορικοί δέχονται, ότι οι Αρχιερείς υπήρξαν η σπονδυλική στήλη της Φιλικής και ο κύριος παράγων του έργου της, λόγω του υψηλού κύρους τους στο Λαό24 . Αν οι Αρχιερείς εξ άλλου δεν περιέβαλλαν με την αγάπη τους το έργο της Φιλικής, πολλά πράγματα μπορούσαν να ανατραπούν. Μία αναφορά, τέλος, στην ποσοστιαία σύνθεση της Φιλικής δίνει τα στοιχεία: Κληρικοί 9,5%, Αγρότες 6% και Πρόκριτοι 11,7%25 .

Ιδιαίτερα από την περιοχή της Ελλάδος αναφέρονται επώνυμα στις πηγές 73 αρχιερείς, που έλαβαν ενεργό μέρος στον Αγώνα. Σαρανταδύο Αρχιερείς υπέστησαν ταπεινώσεις, εξευτελισμούς, φυλακίσεις, διώξεις κάθε είδους, βασανιστήρια, εξορίες κλπ. Δύο Οικουμενικοί Πατριάρχες (Γρηγόριος Ε΄, Κύριλλος ΣΤ΄) και 45 Αρχιερείς (Μητροπολίτες) εκτελέσθησαν ή έπεσαν σε μάχες. Κατά τον Γάλλο Πρόξενο Πουκεβίλ οι κληρικοί-θύματα του Αγώνα ανέρχονται συνολικά σε 6.00026 .

Υπάρχει όμως και το «εξ αντιθέτου» επιχείρημα. Η μαρτυρία των Τούρκων Ιστορικών για τη δράση του ελληνορθοδόξου Κλήρου στον Αγώνα του ΄2127. Έτσι ο Μώραλη Μελίκ Μπέη δέχεται ότι «τον λαόν (της Πελοποννήσου) υπεκίνησαν οι έχοντες συμφέροντα και σχέσεις μετά τούτων, οι έμποροι, οι πρόκριτοι, και κυρίως οι μητροπολίται και γενικώς οι ανήκοντες εις τον κλήρον, δηλαδή οι πραγματικοί ηγέται του Έθνους»28 Ο δε Ζανί Ζαντέ σημειώνει: «Τα σχέδια ετηρούντο μυστικά μεταξύ του Πατριάρχου των Μητροπολιτών, των Παπάδων, των Δημογερόντων»29 .

Δια να κλείσουμε το θέμα αυτό, θα προσθέσουμε, ότι ενίοτε τον 19ο αιώνα εγείρονταν αντιδράσεις όχι για την μη συμμετοχή των Κληρικών μας στον απελευθερωτικό Αγώνα, αλλά αντίθετα για τη συμμετοχή τους σ΄ αυτόν.

Χαρακτηριστική είναι η περίπτωση του Κεφαλλονίτη κοσμοκαλόγηρου και ησυχαστή Κοσμά Φλαμιάτου (1786-1852)30.Κατά τον Φλαμιάτο η Αγγλία εκμεταλλεύθηκε τον Αγώνα του ΄21. Με την εμπλοκή του Κλήρου σ΄αυτόν επεδίωξε «ίνα διεγείρη την παγκόσμιον, ει δυνατόν, περιφρόνησιν, μίσος, αποστροφήν και συνωμοσίαν κατά του Κλήρου, τόσον την εκ των Αρχών, όσον και την εκ του λαού. Δι’αυτόν τον σκοπόν προς τοις άλλοις εκίνησεν εμμέσως εις τους αρχηγούς της Φιλικής Εταιρείας και εισήχθησαν εν αυτώ ο Οικουμενικός Πατριάρχης, πολλοί Επίσκοποι και άλλοι εκ του Κλήρου της Ανατολής, και εφάνησαν τινες εξ αυτών οπλοφορούντες εις το στάδιον του κατά των Οθωμανών πολέμου, φαινόμενον όλως μοναδικόν, αλλόκοτον και αποτρόπαιον, εις την Ορθόδοξον Εκκλησίαν…»31

Δεν θα ασχοληθούμε με την ορθότητα ή όχι των κρίσεων του Φλαμιάτου, που έχει το δικό του πρίσμα θεωρήσεως.

Το σκανδαλιστικό για ησυχαστές σαν τον Φλαμιάτο είναι η συμμετοχή του Κλήρου στις πολεμικές επιχειρήσεις (« οπλοφορία») και σε μία συνωμοτική Εταιρεία, όπως η Φιλική. Την τελευταία θεωρεί κατευθυνόμενη «εμμέσως» από την Αγγλία. Μάλλον, συνεπώς, αυτό προσκρούει στη συνείδησή του, ότι δηλαδή η Επανάσταση εξυπηρετούσε τους σκοπούς της Δύσεως. Σ΄αυτό ακριβώς, πιστεύουμε, έγκειται η αντίθεσή του. Ότι ο Κλήρος της Ελλάδος, εν αγνοία του, εξυπηρέτησε σκοπούς αλλοτρίους και όχι τα όνειρα της Ρωμηοσύνης. Ο Φλαμιάτος γράφει στη δεκαετία του 1840, όταν πολλά πια έχουν αποσαφηνισθεί. Σημαντικό όμως είναι ότι θεωρεί τον Οικουμενικό Πατριάρχη μέλος της Φιλικής Εταιρείας, σ΄αντίθεση με τους σημερινούς επικριτές του. Για τους παραδοσιακούς ορθοδόξους όμως αυτό ήταν το σκάνδαλο και όχι το αντίθετο. Ο Γενάρχης της Ρωμηοσύνης να υποθάλπει κινήσεις, που στρέφονταν εναντίον της… Γι΄αυτό μιλήσαμε για «θυσία» και «αυθυπέρβαση» του Ράσου. Η εθναρχική πολιτική εγκαταλείφθηκε για χάρη της ελευθερίας της Ελλάδος32. Ο Όθωνας στα 1833 θα πάρει για τους Έλληνες, πολιτικά και εκκλησιαστικά, τη θέση του Εθνάρχη Οικουμενικού Πατριάρχη. Η αγανάκτηση του Φλαμιάτου εστιάζεται, ακριβώς, στη αντίθετη κατεύθυνση από τις αιτιάσεις των επικριτών του Κλήρου. Το Ράσο θυσίασε τα πάντα για την Ελλάδα και την εθνική αποκατάστασή της.

Συμπερασματικά:

Η συμμετοχή του Ράσου στους εθνικούς μας αγώνες δεν είναι ασφαλώς, ο μοναδικός λόγος της παρουσίας του Κλήρου στην κοινωνία μας. Κύρια αποστολή του Ράσου είναι το έργο του ιατρού στο «Πνευματικόν Ιατρείον» της Εκκλησίας για την πνευματική και υπαρκτική αποκατάσταση του ανθρώπου μέσα στο Σώμα του Χριστού. Η Εκκλησία δεν μπορεί ποτέ να θεωρείται ως ένας συμβατικός θεσμός, κοινωνικού χαρακτήρα, μέσα στον υπόλοιπο κρατικό και εθνικό βίο, με σκοπό να σώζει απλώς την ιστορική διάσταση.

Εν τούτοις η Ορθόδοξη Εκκλησία, και μάλιστα η Ελλαδική, πρωτοστατεί σ΄όλους τους απελευθερωτικούς μας αγώνες.

Γιατί; Διότι τούτο απορρέει από την πίστη της για τον κόσμο και τον άνθρωπο. Η Ορθοδοξία βλέπει την ελευθερία ως το φυσικό κλίμα αναπτύξεως και πραγματώσεως του ανθρωπίνου προσώπου. Πραγματική δε ελευθερία είναι η δυνατότητα κοινωνίας του ανθρώπου με το Θεό και τους συνανθρώπους του, σε βαθμό γνησιότητας, πληρότητας και αυθεντικότητας έξω δηλαδή από κάθε αναγκαστικότητα. Η ανθρώπινη ελευθερία εντάσσεται στα πλαίσια του θελήματος του Θεού και είναι (και ως εθνική-κοινωνική) έννοια καθαρά θεολογική-εκκλησιαστική33 .

Ο Ορθόδοξος Κλήρος δεν μπορεί να μη συμμετάσχει στους εθνικούς-απελευθερωτικούς μας αγώνες, διότι το έργο του και στην περίοδο της ειρήνης είναι απελευθερωτικό.

Αγώνας για την καταξίωση του Ρωμηού, ως απελευθέρωση από τα δεσμά της εσωτερικής δουλείας, της αμαρτίας34. Η εσωτερική δε δουλεία κατά κύριο λόγο επιφέρει και την εξωτερική. Διότι δουλεία δεν είναι, κυρίως η αναγκαστική υποταγή, αλλά η εσωτερική υποταγή και ταύτιση με τον κατακτητή, η νέκρωση του πνεύματος αντιστάσεως και του ψυχικού δυναμισμού. Γι΄αυτό και πιστεύουμε, ότι η σημαντικότερη προσφορά του Ράσου στο Έθνος μας δεν ήταν τόσο η συμμετοχή του Κλήρου στις ένοπλες εξεγέρσεις και συγκρούσεις, όσο η συμβολή του Ράσου στη συντήρηση του ελληνορθόδοξου φρονήματος του Γένους και της αγάπης του προς την ελευθερία.

Χωρίς αυτές τις προϋποθέσεις δεν θα μπορούσε να υπάρξει Εικοσιένα.


________________________________________
1 Βλ. το κεφάλαιο «Το ανολοκλήρωτο ΄21» του Γ.Δ.Μεταλληνού, ΠΑΡΑΔΟΣΗ ΚΑΙ ΑΛΛΟΤΡΙΩΣΗ, Αθήνα 2001, σ. 191 ε.ε.
2 Βλ. τη σπουδαία ανάλυση του καθηγ. π. Ιωάννου Ρωμανίδου, στο έργο του. Το προπατορικόν αμάρτημα, Αθήνα 1989, σ. ιδ΄ε.ε.
3 Ph. Sherrard, Δοκίμια για τον Νέο Ελληνισμό, Αθήνα 1971, σ. 296 ε.
4 Θ. Κολοκοτρώνη, Διήγησις συμβάντων ελληνικής φυλής. Εκδ. Πάπυρος, Αθήναι, σ. 29
5 Χρ. Βυζαντίου, Ιστορία τακτικού στρατού, σ. 265. Βλ. στου Π.Γεωργαντζή. Οι Αρχιερείς και το Εικοσιένα, Ξάνθη 1985, σ. 189.
6 Κ. Παπαρρηγοπούλου, Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, τόμ. 7, Αθήναι 1925, σ. 216/17.
7 Παραθέματα βλ. στου Π.Γεωργαντζή οπ. π. σ. 190 ε.ε. Πβρλ. σ. 248 ε.ε. «Διακηρύξεις εθνοσυνελεύσεων», «κρίσεις συγχρόνων με την Επανάσταση ιστορικών».
8 Παραθέματα σχετικά βλ. στου Π. Γεωργαντζή, όπ. π.σ. 197 ε.ε. και 234 ε.ε. Για να γίνει συνειδητή η φθορά εκ μέρους του δυτικού διαφωτισμού, αρκεί να σημειώσουμε, ότι μεταξύ των επικριτών του Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε΄ δεν είναι μόνο μαρξιστές, αλλά και ο χριστιανός καθηγητη. Αλεξ. Τσιριντάνης. Στο ίδιο, σ. 198-99: Το Οικουμ. Πατριαρχείο «δεν ήθελε την Επανάσταση και ο Πατριάρχης την αφώρισε. Βρέθηκαν μερικοί να πουν πως τάχα ο τρομερός αφορισμός ήλθε και στον Μωριά και ήθελε να δέσει τα χέρια του Θεοδώρου Κολοκοτρώνη. Θα μπορούσε βέβαια, ο Πατριάρχης να είχε κατά κάποιο τρόπο διαμηνύσει στο λαό, να μη πάρουν στα σοβαρά τον αφορισμό. Τέτοιο πράγμα όμως δεν έγινε, γιατί απλούστατα ο αφορισμός ήταν αληθινός και «σπουδαίος». Έγινε στα σοβαρά, σοβαρώτατα». (Βλ. Αλεξ. Τσιριντάνη. Το Εικοσιένα, στο περιοδ. ΣΥΖΗΤΗΣΗ, τεύχος 195, Ιανουαρ. 1977, σ. 2) Το κείμενο του καθηγητή Τσιριντάνη, αποδεικνύει, ότι η «παρερμηνεία» δεν είναι προνόμιο «αντορθοδόξων» και «ανθελληνικών» ιδεολογιών. Το τραγικό όμως στην περίπτωση, και σκανδαλώδες συνάμα για σοβαρό και ανεγνωρισμένο επιστήμονα, είναι όχι μόνο ή απουσία γνώσεως αλλά και ενδιαφέροντος (στα 1977!) για γνώση της σχετικής με το θέμα βιβλιογραφίας που δίνει απάντηση στα μετέωρα ερωτήματά του. Από πλευράς δε στενά επιστημολογικής διερωτάται κανείς, αν ο επιστήμων δικαιούται να αδιαφορεί για το λόγο των ειδικών στην έρευνα. Και μία αφελής απορία: Και αν ακόμα ο άγιος Πατριάρχης είχε «διαμηνύσει στο λαό…κλπ» (και είχε πράγματι «διαμηνύσει» βλ. Ι.Μ.Χατζηφώτη, ο Γρηγόριος ο Ε΄ μέσα από τα έγγραφα και τις πηγές του αγώνα, Αθήνα 1988, σ. 21 ε.ε.) πού θα το εύρισκε ο Αλ. Τσιριτντάνης; τοιχοκολλημένο σε κάποια δημόσια πλατεία; Καλά έλεγε ο μακαρίτης και «άθεος» Γιάννης Σκαρίμπας, «από την ψώρα του Κοραή δεν απαλλάχθηκε ακόμα το Έθνος»…
9 Βλ. το τεύχος Μαρτίου 1983, έτ. 34/τεύχος 556, σ. 3: «Οι κοτσαμπάσηδες και ο ανώτερος κλήρος στη πλειοψηφία τους είτε σύρθηκαν στην επανάσταση, γιατί δεν μπορούσαν να κάνουν διαφορετικά μπροστά στο γενικό ξεσηκωμό, είτε προσχώρησαν υστερόβουλα αποβλέποντας σε μία νέα μορφή κυριαρχίας πάνω στον επαναστατημένο λαό (…) Ο ανώτερος κλήρος, με λίγες φωτεινές εξαιρέσεις, πολέμησε την επανάσταση με τα μέσα που διέθετε και με επικεφαλής τους Πατριάρχες των αφορισμών (Γρηγόριο Ε΄ Πολύκαρπο Ιεροσολύμων) Προβλ. Π.Γεωργαντζή, όπ. π. σ. 201. Αυτό που έχει σημασία είναι, ότι το πνεύμα του «λαϊκισμού» εμποδίζει το κείμενο να λάβει υπόψη τις περιπτώσεις που αρχηγοί, όπως ο Κολοκοτρώνης, με την απειλή των όπλων κράτησαν τμήματα του λαού στις μάχες, εμποδίζοντας την λιποταξία τους. Έτσι καταντά η ερμηνεία μονομερής και ιδεολογική.
10 Βλ. στου Π. Γεωργαντζή, όπ. π. σ. 238. ε.
11 Τις νεώτερες μελέτες για το πρόσωπο βλ. στη Βιβλιογραφία.
12 Βλ. Ι.Μ.Χατζηφώτη, όπ. π.
13 Βλ. Γεωργίου Θ.Ζώρα. Ο απαγχονισμός του Πατριάρχου Γρηγορίου του Ε΄εις την έκθεσιν του Ολλανδού Επιτετραμμένου Κωνσταντινουπόλεως, Αθήναι 1976, σ. 4 ε.
14 Μπορεί να αποκληθεί πρώτος μάρτυρας του Αγώνος της Ανεξαρτησίας μας.
15 Η Ιστορία του Ελληνικού Έθνους, Έκδοτικής Αθηνών, τόμ. ΙΒ΄, σ/32 και 36 ( Α. Δεσποτόπουλος) γράφει σχετικά: «…Επικρίθηκε εν τούτοις ο Πατριάρχης και επικρίνεται ακόμη, επειδή έστερξε στον αφορισμό και έστειλε τις νουθετικές εγκυκλίους. Οι επικριτές όμως δεν αναλογίζονται τι θα πάθαινε το Έθνος, αν ο Πατριάρχης τηρούσε αρνητική στάση απέναντι στις αξιώσεις του Σουλτάνου. Συμμορφώθηκε, άλλωστε, τότε ο Πατριάρχης προς την σταθερή παράδοση της Εκκλησίας, που με παρόμοια στάση κατόρθωνε σε ανάλογες κρίσιμες περιστάσεις να σώζει το Γένος. Άλλωστε θα ήταν εντελώς παράλογη και ανεύθυνη διαφορετική απόφαση. Αν δεν γινόταν ο αφορισμός, ήταν σχεδόν βέβαιο, ότι θα εξοντώνονταν εκατοντάδες χιλιάδες ορθοδόξων χριστιανών».
16 Κατά την «Προκήρυξη»του Σουλτάνου (YAFTA) «ο δόλιος Ρωμηός Πατριάρχης, καίτοι κατά το παρελθόν είχε δώσει πλαστά δείγματα αφοσιώσεως, όμως κατά την περίπτωσιν ταύτην, μη δυνάμενος να αγνοή την συνωμοσίαν της επαναστάσεως του έθνους του (…) γνωρίζων δε ο ίδιος και υποχρεωμένος να γνωστοποιήση και εις όσους το ηγνόουν, ότι επρόκειτο περί επιχειρήσεως ματαίας, ήτις ουδέποτε θα επετύγχανε (…) όμως ένεκα της εμφύτου διαφθοράς της καρδίας του, ού μόνον δεν ειδοποίησε, ουδέ επετίμησε τους αφελείς (…) αλλά, κατά τα φαινόμενα, αυτός ο ίδιος όπισθεν των παρασκηνίων, έδρα κρυφίως, ως αρχηγός της επαναστάσεως…» (Γ.Ζώρα, όπ. π. σ. 9) Ο Σουλτάνος, γνώστης των πραγμάτων, δίνει την ερμηνεία του, που αποδεικνύεται σοβαρότερη από εκείνη νεωτέρων, όπως ο Γ. Καρανικόλας.
17 Βλ. στου Π. Γεωργαντζή, όπ. π. σ. 263. ε.
18 Στο ίδιο , σ. 206 ε.ε.
19 Στο ίδιο , σ. 210-11
20 Βλ. την εκτενή και εμπεριστατωμένη έκθεση του Π. Γεωργαντζή, όπ. π. σ. 261 ε.ε.
21 Γ. Κορδάτου. Η κοινωνική σημασία της Ελληνικής Επαναστάσεως, σ. 144. Πρβλ. Π. Γεωργαντζή όπ. π. σ. 214. σ. 463.
22 Π. Γεωργαντζή, όπ. π. σ. 215 ε.ε.
23 Το Εικοσιένα και η αλήθεια, τ. Α΄, σ. 59 και Β΄, σ. 93.
24 Ο Th. Gordon λ.χ. ιστορικός του Αγώνα (Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως, μετάφρ. Φ.Βράχα, τόμ. Α΄ 134) γράφει : «Δεν τολμούμε να βεβαιώσουμε, πως ο Πατριάρχης και τα μέλη της Συνόδου ήταν απόλυτα αθώοι συνωμοσίας κατά του κράτους. Αντίθετα, έχομε λόγους να πιστεύουμε, ότι ο Γρηγόριος γνώριζε την ύπαρξη της Εταιρείας και ότι μερικοί από τους άλλους Ιεράρχες ήταν βαθειά πλεγμένοι στις μηχανορραφίες της».
25 Βλ. στου Π. Γεωργαντζή, σ. 240.
26 Λεπτομερή ανάλυση βλ. στο ίδιο, σ. 281 ε.ε.
27 Βλ. τις μελέτες: Νικηφόρου Μοσχοπούλου, Ιστορία της Ελληνικής Επαναστάσεως κατά τους Τούρκους Ιστοριογράφους, Αθήναι 1960. Ι. Παϊωάννου, Ιστορικές Γραμμές, τ. Α΄ Λάρισα 1979.
28 Ν. Μοσχοπούλου, όπ. π. σ. 167. Ι. Παπαϊωάνννου, όπ. π. σ. 240.
29 Ν. Μοσχοπούλου, σ. 107. Ι. Παπαϊωάννου, σ. 240.
30 Βλ. Γ.Δ. Μεταλληνού, ΚΟΣΜΑΣ ΦΛΑΜΙΑΤΟΣ (1786-1852).Ένας μάρτυρας της ορθοδόξου παραδόσεως στο Ελληνικό Κράτος, ανάτ. από τη ΘΕΟΛΟΓΙΑ, Αθήναι 1987.
31 Κοσμά Φλαμιάτου. Άπαντα (Εκδόσεις «Σπανός»), Αθήναι 1976, σ. 96/7.
32 Για το ίδιο πράγμα «κατηγορεί»το Οικουμενικό Πατριαρχείο και ο Ράνσιμαν: «Δεν θα μπορούσε το Πατριαρχείο να είχε γίνει η δύναμη, που θα συγκέντρωνε τον ορθόδοξο κόσμο και έτσι θα εξουδετέρωνε τις κεντρόφυγες τάσεις του βαλκανικού εθνικισμού; Η ευκαιρία χάθηκε. Το Πατριαρχείο μάλλον ελληνικό, παρά Οικουμενικό». (Οπ. π. σ. 694)..
..................................................................................................................................................
Οι Ιστορικοί και οι οικότροφοι «ιστορικοί» του Σκάι και ΣΙΑ…



ΔΙΔΑΣΚΟΥΣΕΣ ΑΠΟΨΕΙΣ ΚΑΙ ΓΝΩΜΕΣ

«Οι αξιόλογες προσπάθειες της Ορθόδοξης Εκκλησίας για την εκπαίδευση, η οποία στους πρώτους αιώνες της Τουρκοκρατίας βρίσκεται αποκλειστικά στα χέρια της., οι αγώνες της για τη διαφύλαξη της Χριστιανικής πίστης και την καθαρότητα της Ορθοδοξίας, τα μέτρα για το σταμάτημα των εξισλαμισμών, αποτελούν θεμελιακή συμβολή για την διατήρηση της εθνικής συνείδησης των Ελλήνων. Οι Νεομάρτυρες, συχνό φαινόμενο της εποχής, που δέχονται τον μαρτυρικό θάνατο για την Χριστιανική πίστη, είναι συγχρόνως και οι πρώτοι εθνικοί ήρωες του νέου Ελληνισμού. Η Ορθόδοξη Εκκλησία βρίσκεται επικεφαλής έτσι, των δυνάμεων που οργανώνουν την άμυνα του Ελληνισμού και εξασφαλίζουν την διατήρησή του μέσα στις δύσκολες συνθήκες της κατάκτησης και συνδέεται άρρηκτα με το έθνος.»

Νίκος Σβορώνος
Μαρξιστής Ιστορικός

«Το Ελληνικό έθνος - Γένεση και διαμόρφωση του νέου Ελληνισμού»
Εκδόσεις «Πόλις», Αθήνα 2004, σελ. 84-85



Εκκλησία και πνευματική ζωή

«…Η εκκλησία, όταν πέρασε το πρώτο χτύπημα της κατάκτησης, θα συνεχίσει το έργο της ανασυγκρότησης της πνευματικής ζωής των Ελλήνων. Παρά τις διαμάχες ανάμεσα στο Πατριαρχείο και στην κάστα των αρχόντων της Κωνσταντινούπολης, η Εκκλησία παραμένει σε όλη την περίοδο απ’ το ιε΄ ως ιζ΄ αι., η κατευθυντήρια δύναμη του Έθνους, Επικεφαλής της εθνικής αντίστασης σε όλες τις μορφές της, εργαζόμενη για το σταμάτημα των εξισλαμισμών, συμμετέχοντας σ’όλες τις εξεγέρσεις ακόμα και διευθύνοντάς τες (έχει να δείξει μεγάλο αριθμό νεομαρτύρων, που είναι σύγχρονα και ήρωες της χριστιανικής πίστης και της εθνικής αντίστασης), ρυθμίζει επίσης την πνευματική ζωή.
Ήδη ο πρώτος Πατριάρχης Γεννάδιος ιδρύει Πατριαρχική Σχολή που αναδιοργανώθηκε αργότερα. Κι άλλοι πατριάρχες ακολούθησαν το παράδειγμά του. Το ουσιαστικό πρόβλημα που απασχολεί όλη την ελληνική σκέψη αυτή τη στιγμή είναι η υπεράσπιση της Ορθοδοξίας, που συγχέεται περισσότερο από ποτέ με την εθνική ιδέα και που την απειλούν από τη μια το Ισλάμ κι από την άλλη η καθολική προπαγάνδα…»


Νίκος Σβορώνος
Μαρξιστής Ιστορικός

«Επισκόπηση της νεοελληνικής Ιστορίας»
Εκδόσεις «Θεμέλιο», σελ 48-49

..............................................................................................................................................
Όταν οι πνευματικοί άνθρωποι ερευνούσαν και δεν κατασκεύαζαν επιδοτούμενους μύθους κατά παραγγελία, όπως τα σημερινά μίσθαρνα όργανα των μαφιών του χρήματος…

Τα κολλυβογράμματα
Του Μιχαήλ Περάνθη

Από την «ιστορία της Νεοελληνικής Λογοτεχνίας και Ζωής»
ΡΕΣΑΛΤΟ, τεύχος -16




Τα πρώτα σπέρματα της σχολικής αναβίωσης έκαμαν τους Τούρκους καχύποπτους.

Τα παιδευτικά προνόμια είχαν ήδη λησμονηθεί και πολλοί τοπάρχες, ασύδοτοι στις αρμοδιότητές τους, απαγόρευσαν κάθε είδος διδασκαλίας.

«Οι Τούρκοι»-γράφει ο Ιάκωβος Ρίζος Νερουλός-«απαγορεύουν αυστηρότατα την ίδρυση δημόσιων σχολείων από φόβο μήπως οι Χριστιανοί, μορφωνόμενοι, γίνουν δούλοι δυσκολοκυβέρνητοι κι επικίνδυνοι».

Η λαχτάρα όμως για γράμματα αποδείχτηκεν ισχυρότερη από τις όποιες απαγορεύσεις.
Οι Ραγιάδες διασκεύασαν σε ξωκλήσια, μονές και ξέμακρα σπίτια ειδικούς υπόγειους χώρους, φροντίζοντας πάντα να υπάρχει κι ένα κρυφό παραπόρτι απ’ όπου τα παιδιά θα μπορούσαν να διαφύγουν σε ώρα κινδύνου.

Σ αυτούς τους χώρους κάθονταν διπλοπόδι γύρω γύρω,
στο χώμα ή απάνω σε πέτρες, μες στο σκοτάδι, που δύσκολα μπορούσε να το διαλύσει τ’ αναμμένο κερί, κι άκουγαν με το ένα αυτί τους τον δάσκαλο, έχοντας το άλλο στραμμένο έξω, στη νύχτα και την ανάσα της, μήπως αφουγκραστούν ύποπτο θόρυβο.

Ήταν η μυστική παιδεία, η νυχτερινή, το κρυφό σχολειό, μοναδική και ανεπανάληπτη περίπτωση στην πνευματική ιστορία όλων των λαών. Τα παιδιά ούτε από τον κίνδυνο εμποδίζονταν, ούτε απ’ τις κουραστικές οδοιπορίες και το ξενύχτι, κι ας έπαιζαν το κεφάλι τους για πέντε «κολλυβογράμματα». Έφταναν στο υγρό μπουντρούμι τους με προθυμία κι ήταν ευτυχισμένα όταν υπήρχε φεγγάρι να φωτίζει τον δρόμο τους:

Φεγγαράκι μου λαμπρό
Φέγγε μου να περπατώ…

Αλλά κι όπου δεν ίσχυαν οι απαγορεύσεις, επόπτευαν όμως Τούρκοι αξιωματούχοι, οι κίνδυνοι δεν ήταν μικρότεροι. Ακόμα κι όταν το παιδομάζωμα καταργήθηκε, δεν σταμάτησαν οι ασελγείς βλέψεις των κατακτητών (που έκαμαν ν’ αποκλείονται τα κορίτσια από το σχολείο), ενώ προβλήματα και φόβοι ανέκυπταν και για τ’ αγόρια, ιδιαίτερα όταν έπρεπε να πηγαίνουν σε άλλο χωριό, γειτονικό. Το αποτέλεσμα ήταν η διδασκαλία να μην είναι πάντοτε συνεχής, οι ώρες της να παραλλάζουν κάθε φορά και οι τόποι συγκέντρωσης να μετατοπίζονται. Οι συνθήκες γίνονταν ομαλότερες όσο τα σχολεία βρίσκονταν ορεινότερα, στις ημιανεξάρτητές περιοχές.



Οι γυναικωνίτες και οι νάρθηκες των ναών ήταν οι συνηθέστεροι τόποι διδασκαλίας. Δεν υπήρχαν φυσικά ούτε τάξεις ούτε βιβλία. Όλα τα παιδιά, αρχάρια και μη, κάθονταν διπλοπόδι σε ημικύκλιο και στη μέση στεκόταν ο παπάς ή ο καλόγερος. Ένα από τα παιδιά διάβαζε το Ψαλτήρι και τα υπόλοιπα κρατούσαν το ίσο, ψαλμωδώντας τους φθόγγους της εκκλησιαστικής μουσικής. Που συνόδευαν με ρυθμικές κινήσεις του κορμιού τους, μπρός πίσω. Η ανάγνωσή τους ήταν μια μηχανική απομνημόνευση. Αποστήθιζαν με τον καιρό λέξεις, που μόνο εκ των υστέρων μάθαιναν να συλλαβίζουν, χάρις στις πινακίδες.

Η πινακίδα ήταν ένα χαρτί που το δίπλωναν πολλές φορές χωρίς να το κόψουν, σημειώνοντας σε κάθε σελίδα κι ένα γράμμα, μια συλλαβή ή μια λέξη.*
Οι στοιχειώδεις αυτές γνώσεις έβρισκαν την πρακτική τους άσκηση τις Κυριακές, κατά τη Θεία Λειτουργία, και για πολλά χρόνια. Ο βαθμός της προόδου κάθε μαθητή κρινόταν απ’ το εκκλησιαστικό βιβλίο που ήταν σε θέση να αντιμετωπίσει. Στην πρώτη βαθμίδα υπήρχε πάντοτε το Ψαλτήρι και ακολουθούσαν διαδοχικά τ’ Οκτωήχι, ο Απόστολος και τα Μηναία. Ουσιαστικά η υποπαιδεία αυτή αποτελούσε ένα εκκλησιαστικό φροντιστήριο, που εφοδίαζε τους ναούς με αναγνώστες, ψάλτες και ιεροκήρυκες.

Αν αυτή ήταν η πρόθεση από το μέρος των ρασοφόρων διδάσκαλων, δεν ήταν όμως κι από το μέρος των μαθητών. Που πλάταιναν το περιεχόμενο της υποπαιδείας τους σε ευρύτερες προοπτικές. Μαθαίνοντας στοιχειώδη ανάγνωση και γραφή δεν περιορίζονταν μόνο στα εκκλησιαστικά βιβλία, αλλά προχωρούσαν και στις λαϊκές εκδόσεις. Εκείνο που λαχταρούσαν ήταν «να γίνουν άνθρωποι». Έδιναν στα γράμματα ένα ανθρωπιστικό περιεχόμενο, που ανακλούσε τον πολυαίωνο σεβασμό προς το πνεύμα. Έστω και ανορθόγραφα, υπηρέτησαν τη διακίνηση των φυλετικών τους στοιχείων και κατέγραψαν την προφορική δημοτική τους παράδοση.

Μες στην τεράστια έφεση της φιλομάθειάς τους συνέκλιναν το φιλέρευνο της ιδιοσυστασίας τους, το άγρυπνο της δεκτικότητάς τους και το ενδιάθετο της ροπής τους για γνώση. Γι’ αυτό και δεν δίσταζαν να εκτεθούν σε περιπέτειες, όταν στο σχολείο ήτα κρυφό ή μακρινό. Να ταλαιπωρούνται με οδοιπορίες στο κρύο και στο σκοτάδι. Να στραβώνονται με το λιανοκέρι και να καταπονούνται σε κάθε είδους στερήσεις και μόχθους. Η παιδευτική δίψα τους, έμφυτη και παντοδύναμη, επισημοποιείται αδιάψευστη στο δημοτικό τους τραγούδι. Ακόμα και στα λαϊκά κάλαντα εκείνο που ζητούν απ’ τον Άη-Βασίλη είναι να μάθουν γράμματα:

Αφού ηξεύρεις γράμματα,
Πες μας την αλφαβήτα!


Μόλις τα παιδιά έπαυαν να ψελλίζουν, έγραψεν ο Αλέξανδρος Ελλάδιος, τα ’στελναν στην κοντινότερη εκκλησία να μάθουν γράμματα. Εκείνο όμως που έχει βαρύτερη σημασία είναι πως η παιδευτική αυτή δίψα αποβλέπει αποκλειστικά στη μάθηση. Είναι ασύνδετη με οποιαδήποτε πρακτική βλέψη και άσχετη με οποιαδήποτε επαγγελματική αποκατάσταση. Αποτελεί ένα συγκινητικό προστάδιο μέσ’ από τις ελλείψεις του οποίου η λαϊκή διαίσθηση διαμόρφωσε τη συνείδηση για την ανάγκη μιας στερεώτερης κατάρτισης.

Γι’ αυτό κι ο λαός, καθώς προείπαμε, έντυσε τα παιδιά του στο ράσο, θέλοντας να εφοδιάσει το Γένος με υπεύθυνους διδάσκαλους, απόστολους της ιδέας, που θ’ αφοσιωθούν στην πνευματική διάπλαση των φτωχών. Είναι ένας πόθος που τον βρίσκουμε επιγραμματικόν και ανάγλυφον σ’ένα νανούρισμα της Χίου:

Τύχη χρυσή ας του δίγεται τσε φώτιση μεγάλη,
Να μάθη γράμματα πολλά τσε φρόνιν να γίνη,
Για να τσερδίζη χρήματα παντού καλά να κάμνη,
Ένα τσε είκοσι σκολειά μ’αληθινούς δασκάλους,
Να μάθουν γράμματα οι φτωχοί, ανθρώποι να γενούνε…

Έτσι η υποπαιδεία προωθήηθκε σε παιδεία, αναβαθμιζόμενη από τα «κολλυβογράμματα» στα «κοινά γράμματα».
.......................................................................................................................................................

Κλείνουμε αυτό το μίνι αφιέρωνα, το σχετικό με τις χυδαίες παραχαράξεις του 1821, με τις φωτεινές διάνοιες που υποστήριζαν τον αγώνα και εμπνεύστηκαν από αυτόν.
Τα έμμισθα μορμολύκεια του Σκάι, που το παίζουν και διανοούμενοι, θα σβήσουν και αυτούς τους μύστες;




Ο κύκλος των ποιητών του ΄21
Ρεσάλτο-τεύχος-5, Απρίλιος 2006

Τον ξεσηκωμό του ελληνικού λαού για τη λευτεριά του τον είδαν όλες οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις, χωρίς καμιά εξαίρεση, σαν μια καινούργια φλόγα που άναβε στις καρδιές των υποδουλωμένων λαών, δικών τους και ξένων.

Έτσι οι ευρωπαϊκές κυβερνήσεις όχι μόνο δεν συνέτρεξαν, αλλά, αφού χαρακτήρισαν εγκληματική την Επανάσταση, βοήθησαν τους Τούρκους με μεταφορικά πλοία, με πολεμικό υλικό, με παραγγελίες στα ναυπηγεία τους και με ειδικούς οργανωτές του στρατού και του ναυτικού τους.

Μέσα σ΄ ένα τέτοιο εχθρικό και σκοτεινό πολιτικό κλίμα ύψωσαν τη σημαία της ελευθερίας οι αγωνιστές του ΄21. Δεν είχαν μόνο να παλέψουν, μια χούφτα αυτοί, ενάντια σε μια αυτοκρατορία, αλλά έπρεπε και να λυγίσουν την εχθρότητα των μεγάλων Δυνάμεων, που καθόριζαν την τύχη της Ευρώπης και του κόσμου ολόκληρου.

Ωστόσο το ΄21 έγινε από την πρώτη στιγμή, σύμβολο που γύρω από αυτό δόθηκε η μάχη ανάμεσα στις προοδευτικές και αντιδραστικές δυνάμεις του κόσμου. Ο Δημήτρης Φωτιάδης γράφει χαρακτηριστικά:

«Συχνά άκουγε τότε κανείς στη Γαλλία τούτη εδώ την ερώτηση:
- Είσαστε Τούρκος;
- Είσαστε Έλληνας;
«Τούρκοι» ήταν οι αντιδραστικοί, που διάβαζαν τις συντηρητικές εφημερίδες, κι «Έλληνες» οι προοδευτικοί, που παρακολουθούσαν τις εφημερίδες με ριζοσπαστικές τάσεις».


Στη μάχη αυτή, ανάμεσα στις αντιδραστικές και προοδευτικές δυνάμεις, που δινόταν τότε στην Ευρώπη με επίκεντρο την ελληνική επανάσταση, οι πιο φωτεινές διάνοιες υποστήριζαν τον αγώνα μας. Τα κείμενα είναι άφθονα. Θα μνημονεύσουμε ελάχιστα από αυτά.

Οι ευρωπαίοι ποιητές

Ο Μπάιρον ήταν ο πρώτος από τους ξένους, που έριξε το εγερτήριο σάλπισμα για τον ξεσηκωμό του λαού μας: «Τσάιλντ Χάρολντ», «Κουρσάρος», «Νύφη της Άβυδου» και «Ντον Ζουάν».

Απ΄ τους άπιστους Φράγκους λευτεριά μη ζητάτε!
Εκεί ζουν ηγεμόνες που πουλούν και αγοράζουν.
Με δικό σας τουφέκι και σπαθί πολεμάτε!
Αυτού θάβρετ΄ ελπίδα, κι ό,τι θέλει ας τάζουν.
Ζυγός Τούρκου με Φράγκου πονηριά σαν ταιριάζουν
Την ασπίδα, όσο νάναι δυνατή, θα τη σπάσουν.


Ο Μπάιρον κάνοντας πράξη το τραγούδι του, κατέβηκε στην αγωνιζόμενη για τη λευτεριά της Ελλάδα και πέθανε στο Μεσολόγγι.

Ο Βίκτωρ Ουγκώ τραγουδά και αυτός σε μια σειρά ποιήματα: «Κανάρης», «Τα κεφάλια του Σεραγιού», «Παιδί της Χίου», «Ενθουσιασμός». Στους τέσσερις πρώτους στίχους του «Ενθουσιασμού» μας δίνει το πάθος ενός λαού που ορθώθηκε να σπάσει τις αλυσίδες:

Στην Ελλάδα! Στην Ελλάδα! Γειά σας όλοι! Πρέπει να φύγουμε!
Πρέπει, ύστερα από τόσο αίμα που έχυσε ο μαρτυρικός αυτός λαός,
Να τρέξει τώρα το τιποτένιο αίμα των δημίων!
Στην Ελλάδα, ω φίλοι μου! Εκδίκηση! Λευτεριά!




Ο Πούσκιν, ένα από τα πιο ξεχωριστά πνεύματα του κόσμου εμπνέεται από την Επανάσταση και γράφει:

Εμπρός! Στηλώσου, Ελλάδα επαναστάτισσα,
βάστα γερά στο χέρι τα΄ άρματά σου!
Μάταια δεν ξεσηκώθηκε ο Όλυμπος,
η Πίνδο, οι Θερμοπύλες - δόξασμά σου.

Απ΄ τα βαθιά τους σπλάχνα ξεπετάχτηκεν
η λευτεριά σου ολόφωτη, γενναία
κι απ΄ τον τάφο του Σοφοκλή, απ΄ τα μάρμαρα
της Αθήνας, πάντα ιερά και νέα.

Θεών κι ηρώων πατρίδα, σπάζεις άξαφνα
το ζυγό σου και την ενάντια Μοίρα
με τον ηχό, που βγάνει του Τυρταίου σου,
του Μπάιρον και του Ρήγα η άξια λύρα.


Ο Λαμαρτίνος, εμπνέεται από τον αγώνα και γράφει:


Μια ύστατη κραυγή σας απόμεινε και τη βγάλατε,
η γλώσσα σας δεν έχει πια παρά μια μονάχα λέξη…Λευτεριά!
………………………………………………………………………
Μέσα στην οχλοβοή της μάχης που έρχεται,
κάθε Έλληνας είναι ένας αγωνιστής, κάθε αγωνιστής ένας μάρτυρας!


Ρήγας, Σολωμός και Κάλβος

Κοντά σε αυτούς τους ξένους στέκονται στο ίδιο ύψος με τους καλύτερους, οι τρεις δικοί μας: Ρήγας, Σολωμός και Κάλβος.

Ο Ρήγας ορθώνεται σε μια από τις μεγαλύτερες νεοελληνικές διάνοιες. Κανείς άλλος δεν προσέφερε στην προετοιμασία του ΄21 τόσα όσο αυτός. Ήταν ένας νους καθολικός, που έπιασε σωστά το πρόβλημα των καταπιεσμένων λαών από την τούρκικη τυραννία. Οι οραματισμοί του ξεπέρασαν κατά πολύ την εποχή του και παραμένουν ακόμα και σήμερα ζωντανοί. Οι περίφημοι στίχοι του

Καλύτερα μιας ώρας ελεύθερη ζωή
παρά σαράντα χρόνια σκλαβιά και φυλακή


κλείνουν μέσα τους, όχι μόνο την εγερτήρια κραυγή και την απόφαση της γενιάς του ΄21, αλλά κι όλων των σκλάβων της υφηλίου.



Ο Σολωμός είναι ο « Ύμνος εις την Ελευθερίαν». Σε ένα και μόνο τετράστιχο κατόρθωσε να κλείσει το νόημα του ’21.

Απ΄ τα κόκαλα βγαλμένη
των Ελλήνων τα ιερά,
και σαν πρώτα ανδρειωμένη,
χαίρε, ω χαίρε ελευθεριά.


Μέσα από τα κόκαλα, την πάλη, τους αγώνες και της θυσίες του λαού ξεπρόβαλε η λευτεριά σε αυτόν τον τόπο.




Ο Κάλβος εμπνέεται τη «Λύρα» του από τον αγώνα. Στην ωδή «Αι Ευχαί» έδωσε την υψηλότερη έκφραση στην οργή των αγωνιστών από τη στυγνή στάση των ανακτοβουλίων και των αντιδραστικών κυβερνήσεων. Η αλήθεια και αγανάκτηση που κλείνει και συμπυκνώνει η ωδή δεν υπάρχει σε κανένα άλλο κείμενο.

Η ωδή του Κάλβου μας αποκαλύπτει, καλύτερα από τους ιστορικούς τόμους, ποια ήταν τα επαναστατικά ιδανικά του ΄21.

Ο Ρήγας, ο Σολωμός και ο Κάλβος ήταν πραγματικοί πνευματικοί ηγέτες. Σήμερα, δυστυχώς τέτοιοι πνευματικοί ηγέτες έχουν εκλείψει. Ακριβέστερα το «είδος» σπανίζει.

Η σημερινή διανόηση απολαμβάνει τα «αγαθά» του συστήματος. Χορτάτη και καλοαναθρεμμένη στηρίζει, στην πλειονότητά της, τις «αξίες της» Νέας Εποχής, παράγει τα «προοδευτικά» ιδεολογήματά της και κηρύσσει τη σκλαβιά και την υποταγή.

Γι αυτό και το ΄21 έχει τοποθετηθεί στις «αντίκες» της Ιστορίας. Αποτελεί ενοχλητική μνήμη!

resaltomag.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Ακούστε ΡΑΔΙΟ ΦΛΟΓΑ ( κάντε κλίκ στην εικόνα)

Ακούστε  ΡΑΔΙΟ ΦΛΟΓΑ ( κάντε  κλίκ στην εικόνα)
(δοκιμαστική περίοδος )